Ο πόλεμος κι ο έρωτας. Γι αυτά τα δύο ορόσημα έχουν γραφτεί τα περισσότερα ποιήματα, τραγούδια και μυθιστορήματα. Δυο αντίθετες έννοιες μεταξύ τους, οι οποίες πολλές φορές ανταμώνουν σε μια παράλογη και αντίξοη συνθήκη, επιβεβαιώνοντας τον κανόνα που μας δείχνει ότι ο απόλυτος έρωτας είναι απραγματοποίητος. Ανεκπλήρωτος! Όπως ο έρωτας του Αχιλλέα για την Πενθεσίλεια. Γεννήθηκε στη μάχη, βαφτίστηκε στο αίμα και παραδόθηκε στην αιωνιότητα αναλοίωτος.
Η Πενθεσίλεια ήταν κόρη του Άρη, μια όμορφη Βασίλισσα των Αμαζόνων, που ήξερε να πολεμά γενναία και ζούσε στην περιοχή του Εύξεινου Πόντου. Μια μέρα, κατά τη διάρκεια του κυνηγιού σκότωσε κατά λάθος την αδερφή της. Πίστεψε πως αυτό έγινε η αιτία να χάσει για πάντα την εύνοια της Θεάς Άρτεμις. Κι έτσι ήθελε να κάνει κάτι για να εξιλεωθεί.
Πήγε λοιπόν να πολεμήσει με τους Τρώες. Ο Βασιλιάς Πρίαμος την δέχτηκε με τιμές. Κι εκείνη πολεμούσε γενναία στις μάχες.
Σε μια μάχη ήρθε αντιμέτωπη με τον Αχιλλέα. Η πιο δυνατή και γενναία πολεμίστρια αντιμετώπιζε τον σχεδόν αήττητο και σχεδόν αθάνατο Αχιλλέα. Σε μια στιγμή το δόρυ της καταστράφηκε και ο Αχιλλέας κατάφερε να την τραυματίσει θανάσιμα. Όταν την είδε πεσμένη στο έδαφος, πλησίασε και της έβγαλε τη μάσκα. Ήθελε να αντικρίσει το πρόσωπο της γενναίας πολεμίστριας που με τόση δύναμη και παρρησία τον είχε αντιμετωπίσει. Και τότε, σε μια στιγμή, λίγο πριν αυτή πεθάνει, την είδε να κείτεται πανέμορφη κι ευάλωτη, και την ερωτεύτηκε παράφορα.
Την πήρε στα χέρια του…
Έρωτας και θλίψη κυρίευσαν την ψυχή του
Στα λίγα λεπτά πριν ξεψυχήσει κι ενώ την κρατούσε στα χέρια του, ένιωσαν να ερωτεύονται ο ένας τον άλλον δυνατά, παράφορα…
Ίσως η Πενθεσίλεια να πίστεψε πως ο θάνατος είναι ο ίδιος ο Αχιλλέας. ‘Ενας γλυκός θάνατος-έρωτας, που του παραδίδεις την ψυχή σου!
‘Ηταν μια στιγμή ανεκπλήρωτου έρωτα που πέρασε στην αιωνιότητα και ζει για πάντα.